(άρθρο στον ιστότοπο της Σύνθεσις)
Λίγες
ώρες πριν ολοκληρωθεί μία δημοψηφισματική διαδικασία, που δεν έπρεπε καν να
αρχίσει με αυτό το τρόπο, με αυτό το ερώτημα, και με αυτή τη διχαστική διάθεση,
η «μεταπολίτευση» φαίνεται να κάνει, ασθμαίνοντας, τα τελευταία της βήματα στην
πολιτική ιστορία αυτού του τόπου. Και αυτό διότι, εκ του αποτελέσματος, το
τελευταίο «καταφύγιο» του πολιτικοοικονομικού λαϊκισμού και της διαγενεακής
ανευθυνότητας –που διαχρονικά κυριαρχούσαν στην πολιτική μας πραγματικότητα
εκατέρωθεν (ως άλλο εθνικό σπορ)– αποτυγχάνει να ανταποκριθεί στις τεράστιες
προσδοκίες που δημιούργησε. Δυστυχώς, όμως, οι τακτικές που επιστρατεύτηκαν για
να «καλύψουν» τον πάταγο της αποτυχίας, μίας και οι προεκλογικές υποσχέσεις
–για ακόμα μία φορά– ήταν όνειρο ψηφοθηρικής νυκτός, είχαν τεράστιες
οικονομικές, κοινωνικές και θεσμικές επιπτώσεις.
Η αποχή
από το δημοψήφισμα φάνταζε, στην αρχή για κάποιους, ως η ορθή στάση. Το
διακύβευμα, όμως, είναι εθνικά κρίσιμο και οικονομικά τεράστιο για να πέσει
θύμα ενός δικαιολογημένου, αλλά και καπηλευόμενου, κοινωνικού θυμού. Ενός θυμού
που εντοπίζεται (και) στη γενιά της κρίσης. Στη δικιά μας γενιά, η οποία όταν
κατέρρεαν οι διεθνείς χρηματαγορές το 2008 έμπαινε στην πιο παραγωγική της φάση
και, δυστυχώς, εγκλωβίστηκε στην ύφεση και την ανεργία στα χρόνια που
ακολούθησαν. Είναι, όμως, αυτή η γενιά που δεν πρέπει να πέσει θύμα του θυμού
της και να «πυροβολήσει» το μέλλον της, προσπαθώντας να «σκοτώσει» τα λάθη του
παρελθόντος. Είναι η γενιά που για πρώτη φορά, τις τελευταίες δεκαετίες,
παραλαμβάνει τη χώρα σε χειρότερη κατάσταση από ό,τι την παρέλαβαν οι
προκάτοχοί της. Κι όμως, ενώ φέρει στους ώμους της ένα τεράστιο δημόσιο και
ιδιωτικό χρέος, ένα αναποτελεσματικό κράτος που καθηλώνει την ιδιωτική
πρωτοβουλία, μία πρωτοφανή ανεργία και μία εγκλωβισμένη στην ύφεση πραγματική
οικονομία, καλείται να αποφασίσει εάν θέσει υπό αμφισβήτηση και το
σημαντικότερο επίτευγμα που της έδωσαν οι προηγούμενες γενιές. Την Ελλάδα του
σκληρού πυρήνα της Ευρώπης. Δηλαδή, ενώ επωμίζεται –σε ένα περιβάλλον
διαγενεακής αδικίας– όλα τα επώδυνα, καλείται να αποφασίσει εάν θέλει να
απολέσει το μοναδικό της μέσο για να πορευθεί προς ένα δημιουργικό μέλλον που
θα της επιτρέψει να αντιμετωπίσει τα βάρη που έχει στις πλάτες της. Δεν είναι
δίκαιο.
Τα
διαχρονικά οφέλη από τη συμμετοχή της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή οικογένεια είναι
γνωστά και αναγνωρίσιμα σε κοινωνία, οικονομία, θεσμούς και γεωπολιτική.
Σίγουρα, τα τελευταία χρόνια, η αντιμετώπιση της κρίσης της ελληνικής
οικονομίας, κατέδειξε, με ξεκάθαρο τρόπο, αδυναμίες και στρεβλώσεις του ευρωπαϊκού
οικοδομήματος που είχαν επώδυνες επιπτώσεις στην κοινωνία μας. Αδυναμίες που σε
συνδυασμό με τη διαχρονική εγχώρια ατολμία για γενναίες διαρθρωτικές
μεταρρυθμίσεις καθήλωσαν το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων τα τελευταία χρόνια.
Αδυναμίες σε ευρωπαϊκές ηγεσίες, θεσμούς και προγράμματα που, αφενός,
επισκίασαν τη σημασία της ιστορικά μεγαλύτερης χρηματοδοτικής αρωγής και,
αφετέρου, δημιούργησαν ορισμένα –δικαιολογημένα– αρνητικά κοινωνικά
αντανακλαστικά, όπως αυτά που συναντούμε στις μέρες μας. Έτσι, συχνά,
επικεντρωνόμαστε σε βραχυχρόνια συστατικά μίας οικονομικής πολιτικής με
αδυναμίες και τρωτά, που, όμως, μπορούν να αλλάξουν και να τροποποιηθούν
εύκολα, και παραβλέπουμε τη μεγάλη εικόνα της μακροχρόνιας εθνικής στρατηγικής
επιλογής. Της επιλογής η Ελλάδα να αποτελεί δυναμικό μέρος του πυρήνα της
Ευρωπαϊκής οικογένειας. Και αυτό εάν το χάσουμε, δυστυχώς, δεν μπορούμε να το
αλλάξουμε.
Έτσι,
εάν οι νεότερες γενιές καταφέρουμε να διαφυλάξουμε το ευρωπαϊκό «κεκτημένο»
τότε θα μπορέσει να δημιουργηθεί το υπόβαθρο για να αλλάξουν τα κακώς κείμενα
σε Ελλάδα και Ευρώπη. Αρκεί, φυσικά, να στοχεύσουμε σ’ αυτό που δεν έχει
επιτευχθεί μέχρι τώρα. Τη διαμόρφωση, πέρα από αγκυλώσεις και νοοτροπίες του
παρελθόντος, ενός ελληνικού προγράμματος για την έξοδο από την κρισιμότατη
κατάσταση και την ανάπτυξη –επιτέλους– μίας σύγχρονης ευρωπαϊκής κοινωνικής
οικονομίας της αγοράς. Η τρέχουσα στιγμή, συνεπώς, της δημοψηφισματικής
διαδικασίας, όπου διαφαίνονται τα τελευταία ιστορικά βήματα της
«μεταπολίτευσης» και του παρωχημένου αναπτυξιακού πρότυπου που εξέθρεψε, είναι
η ευκαιρία για τη δημιουργική και παραγωγική γενιά να φωνάξει ΝΑΙ στην Ελλάδα
και στην Ευρώπη και να διεκδικήσει ενεργό ρόλο στην επόμενη μέρα. Σε μία μέρα
όπου, ικανοί πολιτικοί (όλου του πολιτικού φάσματος) και τεχνοκράτες ενωμένοι
και μπολιασμένοι από το δημιουργικό πάθος της νέας γενιάς θα καταφέρουν, υπό
μία μεγάλου μεγέθους και αποδοχής πολιτική «σταθερά», θα πετύχουν τη σύνθεση
για το ζητούμενο όλων. Τη διατηρήσιμη έξοδο από την κρίση εντός της Ευρωζώνης,
με το χαμηλότερο κοινωνικό κόστος, τη δικαιότερη κατανομή βαρών και την εκ
βάθρων αναπτυξιακή μεταρρύθμιση του εγχώριου υποδείγματος. Και για να
πορευθούμε προς τα εκεί, όσο και αν φαίνεται «μακρινό», το πρώτο βήμα είναι το
ΝΑΙ στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Και μετά συνεχίζουμε...
(δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο της Κοινότητας Διαλόγου Σύνθεσις, εδώ)