Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

Λίγες σκέψεις για την «συντεχνιακή» εταιρική διακυβέρνηση

(άρθρο στο Poleconomix, με Χάρη Παπαδόπουλο)

Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί μία ενδιαφέρουσα, κυρίως, ακαδημαϊκή συζήτηση σχετικά με το εγχώριο μοντέλο εταιρικής διακυβέρνησης και στην οποία κεντρικό ρόλο εσχάτως καταλαμβάνει η υιοθέτηση στο εγχώριο μοντέλο χαρακτηριστικών και δομών του αγγλοσαξονικού μοντέλου, το οποίο είναι περισσότερο αγοροκεντρικό. Κι ενώ η σχετική συζήτηση φαίνεται να ανταποκρίνεται σε όσα ισχύουν για τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα, ένας όχι αμελητέος αριθμός σημαντικών επιχειρήσεων φαίνεται να λειτουργεί στo πλαίσιο ενός διαφορετικού υπο-μοντέλου, το οποίο θα μπορούσαμε να περιγράψουμε ως «συντεχνιακή» εταιρική διακυβέρνηση. 

Πρόκειται, επί της ουσίας, για μια στρεβλή έκφραση της κορπορατιστικής φιλοσοφίας, η οποία τις τελευταίες δεκαετίες επικράτησε στις επιχειρήσεις και οργανισμούς του ευρύτερου δημοσίου τομέα (ΔΕΚΟ). Ο όρος, βέβαια, μπορεί, μετά από τα συνεχιζόμενα προγράμματα αποκρατικοποιήσεων και μετοχοποιήσεων των τελευταίων δύο δεκαετιών, να μην είναι δόκιμος, αλλά η συντήρηση του φαινομένου παρέχει την ευχέρεια στον αναλυτή να τον χρησιμοποιεί για λόγους διάκρισης με τις αμιγώς ιδιωτικές επιχειρήσεις.

Τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της «συντεχνιακής» εκδοχής της εταιρικής διακυβέρνησης είναι (α) η πολιτικά (κομματικά) οριζόμενη και καθοδηγούμενη συγκεντρωτική διοίκηση της επιχείρησης μιας και το δημόσιο άμεσα ή έμμεσα ελέγχει την πλειοψηφία των μετοχών, (β) η απουσία είτε εσωτερικού (ενδοεπιχειρησιακές δομές εποπτείας και λογοδοσίας) είτε εξωτερικού (θεσμικό πλαίσιο, αγορά) ελέγχου της δραστηριότητας της επιχείρησης, καθώς η διαφανής διαχείριση δεν αποτελούσε προτεραιότητα, το κράτος ήταν ταυτόχρονα ελεγκτής και ελεγχόμενος, και οι περισσότερες από τις εν λόγω επιχειρήσεις λειτουργούσαν σε μη ανταγωνιστικές αγορές, (γ) η έντονη πολιτικοποίηση (κομματικοποίηση) των συνδικαλιστικών φορέων εργαζομένων της επιχείρησης μιας και τόσο η στελέχωση των επιχειρήσεων, όσο και η εξέλιξη των στελεχών τους ήταν -ως ένα βαθμό- αποτέλεσμα αδιαφανών μη αξιοκρατικών διαδικασιών, (δ) η άμεση εμπλοκή των ισχυρών συνδικαλιστικών φορέων των εργαζομένων στην εταιρική διακυβέρνηση, εμπλοκή που μπορεί να είχε τόσο τυπική, όσο και άτυπη μορφή, και (ε) η απουσία ευθυγράμμισης των συμφερόντων μεταξύ της επιχείρησης και των βασικών δρώντων, δηλαδή διοίκησης και εργαζομένων, καθώς ασχέτως με την ευημερία της επιχείρησης σε όρους κερδοφορίας (συνήθως η δραστηριότητα ήταν ζημιογόνος) ή εν γένει επίτευξης στόχων, η ευημερία των δρώντων σε όρους μισθών, επιδομάτων, παροχών και συνταξιοδοτικών ωφελειών διατηρούνταν σε υψηλά και αυξανόμενα επίπεδα.

Σε αυτό το πλαίσιο και καθώς ο προσανατολισμός της επιχείρησης δεν χαρακτηριζόταν από ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και στόχους, αλλά από πολιτικές και προσωπικές επιδιώξεις, οι βασικοί δρώντες κατέληγαν, στο πλαίσιο της «συντεχνιακής» εταιρικής διακυβέρνησης, σε ένα σημείο «χρυσής» ισορροπίας όπου αμφότεροι ήταν ικανοποιημένοι παρ’ όλο που η επιχείρηση δεν ήταν κερδοφόρα ή όσο αποδοτική θα μπορούσε να είναι. Αυτό το win-win-lose παίγνιο, με μόνο χαμένο το κοινωνικό σύνολο, δε θα μπορούσε να παίζεται χωρίς την «ευγενική χορηγία» του κράτους που έσπευδε να καλύψει (αν όχι να ανοίξει νέες) μαύρες τρύπες για λόγους «δημοσίου συμφέροντος» (ενίοτε και «εθνικού») μέσω άμεσων επιχορηγήσεων, φορολογικών διευθετήσεων και απαλλαγών, προνομιακών καθεστώτων, έμμεσων ενισχύσεων, παροχών εγγυήσεων του δημοσίου για δάνεια που δεν αποπληρωνόντουσαν από την επιχείρηση και άλλα σχετικά. Έτσι, η αναποτελεσματική λειτουργία της «συντεχνιακής» εταιρικής διακυβέρνησης των εν λόγω επιχειρήσεων ουσιαστικά μετατρεπόταν σε συσσώρευση ελλειμμάτων και χρεών του δημοσίου, τα οποία έπρεπε να καλύπτονται στο διηνεκές, συχνά υπό την πίεση ή την απειλή μαχητικότατων κινητοποιήσεων, χάρη στο πλούσιο «ρεπερτόριο» των οποίων, όπου νοικοκυριά και επιχειρήσεις έμεναν χωρίς ρεύμα ή τηλέφωνο, αεροπλάνα καθηλώνονταν στο έδαφος, υπουργεία καταλαμβάνονταν κοκ.

Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι επιτακτική η ανάγκη αλλαγής όλων αυτών των στοιχείων που συγκροτούσαν το αποτυχημένο οικονομικό και παραγωγικό πρότυπο. Μεταξύ αυτών και η λειτουργία των ΔΕΚΟ και δη τα στοιχεία που συνέβαλλαν στη διαμόρφωση του προαναφερθέντος συντεχνιακού φαινομένου. Ωστόσο, τα προηγούμενα χρόνια, όσες προσπάθειες κινήθηκαν προς την κατεύθυνση αυτή είτε δεν τελεσφόρησαν, είτε αγνοήθηκαν, είτε δεν εφαρμόστηκαν αν και θεσπίστηκαν. Παρ’ όλα αυτά, από τα μέσα του 2012 εντοπίζονται μια σειρά από πρωτοβουλίες που φαίνεται να επηρεάζουν το «συντεχνιακό» φαινόμενο τόσο άμεσα, όσο και συμβολικά:
  • Πραγματοποιήθηκαν στοχευμένες παρεμβάσεις για την κατάργηση προνομίων ή καταστάσεων στη λειτουργία συγκεκριμένων ΔΕΚΟ (βλ. οικογενειακή παροχή διοικητικών στελεχών ΔΕΗ, ΛΑΡΚΟ, κ.α.).
  • Καταργήθηκε η επικουρική σύνταξη που χορηγούνταν σε συνδικαλιστικά στελέχη που διετέλεσαν πρόεδροι και γενικοί γραμματείς πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων οργανώσεων.
  • Εφαρμόστηκε το ενιαίο μισθολόγιο του δημοσίου για το προσωπικό των ΝΠΙΔ που ανήκουν στο κράτος ή σε ΝΠΔΔ ή σε ΟΤΑ και των μη εισηγμένων ΔΕΚΟ, περιορίζοντας σημαντικά απολαβές και επιδόματα που σε καμία περίπτωση δεν σχετίζονταν με την πορεία των επιχειρήσεων.
  • Μειώθηκαν οι αποδοχές, οι αποζημιώσεις, τα έξοδα παράστασης και οι αμοιβές, εν γένει, των προέδρων, αντιπροέδρων, διευθυνόντων συμβούλων και μελών ΔΣ των ΝΠΙΔ.
  • Θεσπίστηκε μηχανισμός παρακολούθησης των ετήσιων προϋπολογισμών για τις ΔΕΚΟ και τα ΝΠΙΔ, σύμφωνα με τον οποίο οι εν λόγω φορείς θα πρέπει να υποβάλλουν στο Υπουργείο Οικονομικών τους προϋπολογισμούς τους και τους τριμηνιαίους στόχους τους για βασικές κατηγορίες εσόδων και εξόδων. Σε περίπτωση αρνητικών αποκλίσεων από τους στόχους κατά 10% περικόπτεται ισόποσα η οποιαδήποτε μορφής κρατικής ενίσχυσης, ενώ εάν η απόκλιση είναι μεγαλύτερη τότε αναστέλλεται η καταβολή των αμοιβών του διοικητικού συμβουλίου έως την εξισορρόπηση του αρχικώς εγκεκριμένου προϋπολογισμού. Τέλος, στην περίπτωση που η μεγαλύτερη του 10% απόκλιση διατηρηθεί στην ετήσια χρήση της επιχείρησης, τότε λήγει αυτοδίκαια η θητεία των εκτελεστικών μελών του ΔΣ.

Πρόκειται, συνεπώς, για θεσμικές πρωτοβουλίες -ειδικά η τελευταία- που διαμορφώνουν ένα συγκεκριμένο πλαίσιο λειτουργίας των ΔΕΚΟ και των ΝΠΙΔ από το οποίο απουσιάζει η διάθεση «ευγενικής χορηγίας» του κράτους και στο οποίο εντάσσεται η «διαχειριστική ευθύνη» του μάνατζμεντ το οποίο -φαίνεται να- κρίνεται από την αποτελεσματικότητά του και όχι από την πολιτική του προσαρμοστικότητα.


Θεσμοθετούνται, συνεπώς, σημαντικές κινήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση -αυτή του τέλους της «συντεχνιακής» εταιρικής διακυβέρνησης, ενώ μένουν ακόμα αρκετά να υλοποιηθούν. Το κρίσιμο σημείο -πάντα στην Ελλάδα- είναι αυτό της υλοποίησης. Και στην περίπτωση του «συντεχνιακού» φαινομένου σημασία έχει να υλοποιηθούν όσα απαιτούνται για να επιτευχθεί εν τέλει η απεμπλοκή της λειτουργίας των επιχειρήσεων και οργανισμών από το ανατροφοδοτούμενο δίκτυο πολιτικών κομμάτων και σωματείων εργαζομένων, ώστε να επιτραπεί να αναπτυχθεί ένα διαφανές σύστημα κανόνων εταιρικής διακυβέρνησης -ίσως και κορπορατιστικής φιλοσοφίας- των ΔΕΚΟ στη βάση συμπεφωνημένων και στόχων που θα αποσκοπούν στη μεγιστοποίηση της εταιρικής, και κατ’ επέκταση κοινωνικής, ευημερίας και όχι της εκάστοτε κομματικής ή προσωπικής ωφέλειας.

(δημοσιεύθηκε στον ιστοτόπο www.poleconomix.gr: εδώ)