(άρθρο στην ειδική έκδοση "Η Επόμενη Μέρα στη Μαγνησία και στην Ελλάδα")
Η
ελληνική οικονομία, συμπληρώνοντας μία δύσκολη δεκαετία, φιλοδοξεί να «αφήσει
πίσω» της την φάση της ύφεσης και της κρίσης. Επρόκειτο για μία επώδυνη φάση με
αφετηρία την παγκόσμια κρίση, που χαρακτηρίστηκε από τρία κύματα ύφεσης, που
συνοδεύτηκε από τρία προγράμματα χρηματοδοτικής στήριξης και ευρείας
προσαρμογής, που επικουρήθηκε από τη μεγαλύτερη διαγραφή και «ρύθμιση» δημοσίου
χρέους, που σχετίστηκε με τεκτονικές αλλαγές στο εγχώριο κοινωνικό και πολιτικό
στερέωμα και που έκανε ξεκάθαρο ότι το κρατικιστικό και υπερ-καταναλωτικό
αναπτυξιακό πρότυπο είχε πτωχεύσει, φέρνοντας τη χώρα σε αυτή τη δύσκολη θέση. Το
άμεσο ζητούμενο, συνεπώς, ήταν να καταφέρει η χώρα να βγει από αυτή τη θέση
μέσα από την αλλαγή του παρωχημένου αναπτυξιακού της προτύπου. Δυστυχώς, όμως, το
ζητούμενο παραμένει, αν και έχουν γίνει βήματα που δεν πρέπει να
παραγνωριστούν. Το θετικό είναι ότι έχει, τουλάχιστον, εδραιωθεί σε ένα κομμάτι
της ελληνικής κοινωνίας ότι το εγχώριο πρότυπο πρέπει να αλλάξει για να
εισέλθει η οικονομία σε τροχιά διατηρήσιμης ανάπτυξης.
Ωστόσο,
η μετάβαση στην 4η βιομηχανική επανάσταση, σε συνδυασμό με την
ανάγκη άμεσης «επούλωσης» των πληγών της κρίσης και τις δημογραφικές προοπτικές,
καθιστούν επιβεβλημένη την αναγωγή της αλλαγής του αναπτυξιακού προτύπου σε
εθνική επιδίωξη -ακόμα και για την εθνική επιβίωση. Η επιτυχία μίας εθνικής προσπάθειας
αλλαγής του προτύπου θα καθοριστεί από τις προϋποθέσεις που θα πρέπει να την
διατρέχουν, αλλά και τον προσανατολισμό αυτής.
Πρόκειται, ειδικότερα, για έξι προϋποθέσεις και ένα ορόσημο, ως οδηγό προς τη νέα εποχή. Συγκεκριμένα, οι προϋποθέσεις είναι:
Πρόκειται, ειδικότερα, για έξι προϋποθέσεις και ένα ορόσημο, ως οδηγό προς τη νέα εποχή. Συγκεκριμένα, οι προϋποθέσεις είναι:
(1) Η ανάπτυξη
συνθηκών συνεργασίας σε οικονομικό και σε κοινωνικό επίπεδο, επιδιώκοντας την
άμβλυνση του κατακερματισμού, του αποκλεισμού και της απουσίας εμπιστοσύνης που
εντοπίζονται στη χώρα μας.
(2) Η
αύξηση του μεγέθους της επιχειρηματικής δραστηριότητας, μιας και η Ελλάδα έχει
από τα μεγαλύτερα ποσοστά πολύ μικρών επιχειρήσεων, αυτοαπασχολούμενων, αλλά
και εργοδοτών σε σχέση με εργαζόμενους, καθηλώνοντας την ανταγωνιστικότητά της.
(3) Η αποκατάσταση
της έντονης διαγενεακής ανισότητας που ενισχύθηκε τελευταία, καθώς η κατανομή
της προσαρμογής έγινε σε βάρος των νεότερων και επόμενων γενεών, συντηρώντας
τον κίνδυνο διόγκωσης του brain drain.
(4) Η διαμόρφωση
ενός ενεργού και σύγχρονου κοινωνικού κράτους που θα καταφέρει να ισορροπεί
μεταξύ ενεργών πολιτικών απασχόλησης και εργασιακής ασφάλειας, πλήρους
κοινωνικής κάλυψης με εισοδηματικά κριτήρια, και φιλικών συνθηκών προς την
εργασία και την επιχειρηματικότητα.
(5) Η διασφάλιση
της υπόστασης, της ποιότητας και της λειτουργίας των θεσμών στη χώρα μας, που
με δυσκολία κατακτήσαμε τις τελευταίες δεκαετίες, συνιστώντας αναγκαία συνθήκη
για να πρωτοπορήσει ο δημιουργικός πολίτης και η ανταγωνιστική επιχείρηση.
(6) Η
συνοχή των μεταρρυθμίσεων, καθώς η αποτελεσματικότητα της προσπάθειας προϋποθέτει
τη συνέπεια μεταξύ των πολιτικών και τη συμπληρωματικότητα μεταξύ
μεταρρυθμίσεων και έργων υποδομής.
Η εν
λόγω μεταρρυθμιστική προσπάθεια οφείλει να έχει και ένα ορόσημο, το οποίο και
κατευθύνει τον προσανατολισμό αυτής. Έτσι, επιδιώκοντας (α) την αύξηση των
θέσεων απασχόλησης μέσω της προστασίας από την «αυτοματοποίηση» της 4ης
βιομηχανικής επανάστασης και της αντιστροφής του «brain drain» σε «brain gain» και (β) του rebranding της χώρας, το νέο αναπτυξιακό πρότυπο θα μπορούσε να είχε ως στόχο το
μετασχηματισμό του εκτεταμένου κλάδου υπηρεσιών στην Ελλάδα ώστε να η Ελλάδα να
γίνει ένα κορυφαίος πάροχος υπηρεσιών στο διεθνές οικονομικό στερέωμα. Συγκεκριμένα,
η Ελλάδα, αξιοποιώντας το υψηλού επιπέδου ανθρώπινο δυναμικό, την υψηλή διεθνή
ζήτηση για υπηρεσίες, τη γεωστρατηγική θέση, την προσαρμοστικότητα του κλάδου
στις εξελίξεις, τα συγκριτικά (φυσικά) της πλεονεκτήματα και το γεγονός ότι η
συγκεκριμένη δραστηριότητα είναι εντάσεως εργασίας, μπορεί να καταστεί διεθνής πάροχος
υπηρεσιών σε πεδία όπως (1) η παροχή outsourced υπηρεσιών πληροφορικής, νέων τεχνολογιών και υποστήριξης νεοφυών
επιχειρήσεων, (2) η παροχή υψηλού επιπέδου υπηρεσιών βραχυχρόνιας και
μακροχρόνιας φιλοξενίας, (3) η παροχή υπηρεσιών συνδυασμένων μεταφορών, και (4)
η παροχή υπηρεσιών διεθνούς εκπαίδευσης και κατάρτισης. Πρόκειται, δηλαδή, για
μία δομική μετεξέλιξη του εγχώριου κλάδου υπηρεσιών, ώστε, αφενός, να στραφεί
από την εγχώρια κατανάλωση στη διεθνή ζήτηση, και, αφετέρου, να συνδυαστεί
αρμονικά με την ανάπτυξη του ανταγωνιστικότερου τμήματος της εγχώριας
μεταποίησης και πρωτογενούς παραγωγής.
Σε αυτό
το πλαίσιο, η Μαγνησία μπορεί να έχει μία δυναμική θέση στο νέο υπόδειγμα.
Συγκεκριμένα, η Μαγνησία, παράλληλα με τη σχετικά υψηλή εξειδίκευση στη
μεταποιητική βιομηχανία, (α) παρουσιάζει προοπτικές αύξησης της διαφοροποίησης
της οικονομικής δραστηριότητας (πολλοί κλάδοι), (β) χαρακτηρίζεται από αυξημένη
κεντρικότητα στο εθνικό δίκτυο εμπορευματικών μεταφορών με διεθνείς προεκτάσεις,
(γ) αποτελεί έδρα πανεπιστημιακών και ερευνητικών ιδρυμάτων σε δυναμικά πεδία
όπως οι κατασκευές, η μηχανολογία, η γεωπονική, η μηχανική υπολογιστών και τα οικονομικά,
(δ) συνιστά τόπο με έντονη τουριστική και πολιτιστική ποικιλομορφία και
ποιότητα, και (ε) χαρακτηρίζεται από συνεταιριστική παράδοση και δυναμική
δραστηριότητα νεοφυών επιχειρήσεων. Έτσι, ο νομός, αξιοποιώντας αυτά τα
πλεονεκτήματα, θα μπορούσε να κατέχει καθοριστικό ρόλο στην μετατροπή της χώρας
σε ένα παγκόσμιο πάροχο υπηρεσιών, συμμετέχοντας εξίσου και στις τέσσερις
διαστάσεις αυτής της νέας αναπτυξιακής κατεύθυνσης. Διαστάσεις που είναι:
(1) Η
ανάπτυξη επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας και ειδικών θεμάτων που θα
συνεργάζονται στο πλαίσιο του outsourcing με διεθνείς πρωτοποριακές εταιρείες, δημιουργώντας και «spill-over effect» στην
περιοχή.
(2) Η
περαιτέρω δημιουργία σύγχρονων και ποιοτικών μονάδων βραχυχρόνιας φιλοξενίας
που θα εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο πολιτιστικής, ιστορικής,
αγροδιατροφικής και γαστρονομικής ιδιαιτερότητας, αλλά και η διαμόρφωση
ιδιαίτερα φιλικών συνθηκών για την προσέλκυση μακροχρόνιας (παραθεριστικής και
«τρίτης ηλικίας») φιλοξενίας.
(3) Η διαμόρφωση
ενός μεγάλου κέντρου logistics που θα αξιοποιεί το ευρύ δίκτυο οδικών,
αεροπορικών, θαλάσσιων και σιδηροδρομικών αξόνων της περιοχής.
(4) Η
ανάπτυξη ενός εξωστρεφούς εκπαιδευτικού και ερευνητικού περιβάλλοντος με πυρήνα
το πανεπιστήμιο, προσελκύοντας ξένους φοιτητές και αναπτύσσοντας (περισσότερες)
συνέργειες με τον ιδιωτικό τομέα –με το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο.
Πρόκειται
για διαστάσεις μίας νέας αναπτυξιακής κατεύθυνσης που θα μπορέσουν, συνάμα, να
αποτελέσουν και διαύλους για την περαιτέρω ανάπτυξη της πλούσιας τοπικής
πρωτογενούς και δευτερογενούς παραγωγής.
Συνεπώς,
η Ελλάδα, βιώνοντας την ανάγκη μετάβασης σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο και
βλέποντας την 4η βιομηχανική επανάσταση να έρχεται, οφείλει να
προλάβει τις εξελίξεις. Μάλιστα, οι ιδιαιτερότητες της «αυτοματοποιημένης» και «εντάσεως
εργασίας» 4ης βιομηχανικής επανάστασης ίσως και να ευνοούν την
Ελλάδα που έχασε τα τρένα των προηγούμενων «επαναστάσεων», διότι αυτή η νέα
εποχή δεν προϋποθέτει την ύπαρξη των προηγούμενων. Προϋποθέτει, όμως, την
ανάγκη ύπαρξης εθνικού σχεδίου, συντονισμού και προσήλωσης ώστε η χώρα, μετά
την επώδυνη δεκαετία, να ξεκινήσει μία προσπάθεια που θα της επιτρέψει να
ανταποκριθεί στην πρόκληση της νέας εποχής, δημιουργώντας ευημερία για όλους
τους πολίτες και διαμορφώνοντας προοπτικές για όλες τις γενιές. Και σε αυτή την
νέα εποχή η Μαγνησία δύναται να έχει κομβικό ρόλο. Αρκεί να αποφασίσουμε να
αλλάξουμε και να τρέξουμε προς αυτή την κατεύθυνση.
Η ειδική έκδοση είναι διαθέσιμη εδώ.