Κυριακή 10 Ιουνίου 2018

Απαντώντας στο «πώς» της ανάπτυξης: Επενδύσεις και υποδομές

(άρθρο στην εφημερίδα Θεσσαλία)

Στις μέρες μας συμπληρώνεται μία δεκαετία από τη στιγμή που η ελληνική οικονομία -σε συνέχεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης- εισήλθε σε ύφεση, σε κρίση και σε επώδυνη προσαρμογή. Σήμερα είναι, λοιπόν, η στιγμή, να απεγκλωβιστούμε από το «γιατί» φτάσαμε ως εδώ και να προσηλωθούμε στο «πώς» θα βγούμε -ως κοινωνία και οικονομία- από αυτή τη δύσκολη κατάσταση και θα πορευθούμε σε μία τροχιά διατηρίσιμης ανάπτυξης που θα δημιουργήσει πλούτο, αλλά -κυρίως- νέες θέσεις εργασίας.

Προς αυτή την κατεύθυνση, μπορούν αδιαμφισβήτητα να συνεισφέρουν σημαντικά οι (πολύ) μεγάλες τουριστικές επενδύσεις στην περιοχή της Μαγνησίας, επανατοποθετώντας την περιοχή μας στο διεθνή χάρτη της μεγάλης τουριστικής και ταξιδιωτικής δαπάνης. Πρόκειται, βέβαια, για μεγάλα επενδυτικά εγχειρήματα τα οποία, αφενός, θα πρέπει να προωθούνται εντός του προβλεπόμενου θεσμικού και κανονιστικού πλαισίου της πολιτείας και, αφετέρου, έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην τοπική οικονομική και παραγωγική δραστηριότητα. 

Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των εν λόγω επενδύσεων είναι ότι δεν επιφέρουν, απλώς, άμεσες οικονομικές και εισοδηματικές επιπτώσεις στους εργαζόμενους και τους ιδιοκτήτες της περιοχής που αφορούν. Το σημαντικό είναι ότι επιφέρουν δευτερογενείς επιπτώσεις και πολλαπλασιαστικά οφέλη που διαχέονται σε όλο το εύρος του τοπικού οικονομικού και παραγωγικού στερεώματος. Δεν θα επωφεληθούν, δηλαδή, μόνο οι εκατοντάδες των εργαζομένων που απασχοληθούν σε μία τέτοια επένδυση, αλλά τα οφέλη θα επεκταθούν στους τοπικούς παραγωγούς, στους προμηθευτές, στα περιφερειακά επαγγέλματα, στην τοπική τουριστική βιομηχανία, στην αξία των περιουσιακών στοιχείων και, φυσικά, στο «brand name» του τόπου.

Για να προκύψουν αυτά τα ευρύτερα και πολλαπλασιαστικά οφέλη για την τοπική οικονομία και κοινωνία πρέπει να συντρέξουν δύο δομικές προϋποθέσεις. Η πρώτη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη, από την πλευρά των επενδυτών, ουσιαστικής -και όχι προσχηματικής- διάθεσης για σύμπραξη και συνεργασία με την τοπική οικονομία και κοινωνία. Η δεύτερη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη διάθεσης, από την πλευρά της τοπικής κοινωνίας και των εμπλεκόμενων μερών, να «αγκαλιάσουν» μία τέτοια επένδυση, αναλογιζόμενοι τα πολλαπλασιαστικά οφέλη που θα προκύψουν. Και για να προκύψει αυτή η διάθεση «αποδοχής» τέτοιων μεγάλων επενδυτικών εγχειρημάτων πρέπει η κοινωνία να αρχίσει να συζητά για αυτά και να ενημερώνεται τόσο για τα οφέλη, όσο και για τις δυσκολίες. Και εδώ είναι και δική μας ευθύνη ως μέλη της τοπικής κοινωνίας. Με αυτή την παραδοχή ως γνώμονα, διοργανώσαμε πρόσφατα την εκδήλωσή μας στον Αλμυρό για τη συμβολή των μεγάλων τουριστικών επενδύσεων στην περιφερειακή ανάπτυξη, μίας και η ευρύτερη περιοχή έχει προσελκύσει έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον και αποκτά ιδιαίτερη προοπτική από τη στιγμή που διαφαίνεται να διευθετούνται μια σειρά από ζητήματα του παρελθόντος. Και, έτσι, η συγκεκριμένη δημόσια συζήτηση «άνοιξε» ξανά, κινητοποιώντας θεσμικούς, πολιτικούς και λοιπούς δρώντες της Μαγνησίας. Πρόκειται για μία εξέλιξη ιδιαίτερα θετική, καθώς και ενθαρρυντική για τη συνέχιση της προσπάθειας ανάδειξης των κομβικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων που θα επιτρέψουν την ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας.

Σε αυτό το πλαίσιο, ένα ακόμα πεδίο που χρήζει ανάδειξης, και σχετίζεται με τις εξελίξεις στην τοπική τουριστική βιομηχανία, είναι η ανάγκη περαιτέρω αξιοποίησης του πολιτικού αεροδρομίου της Νέας Αγχιάλου, το οποίο και συνιστά ένα κομβικό αναπτυξιακό εργαλείο για την περιοχή μας. Προς αυτή την κατεύθυνση, διοργανώνουμε στο Βόλο, ως Κοινότητα Διαλόγου Σύνθεσις, την Παρασκευή, 15 Ιουνίου, εκδήλωση με θέμα «Πολιτικό Αεροδρόμιο Νέας Αγχιάλου και Ανάπτυξη: Ιστορία, Πορεία και Προοπτικές», εστιάζοντας στις προϋποθέσεις και στους τρόπους αποτελεσματικότερης αξιοποίησης -μέσα από συνέργιες- των δυνατοτήτων του πολιτικού αεροδρομίου και εμπλουτίζοντας περαιτέρω τη συζήτηση για τα ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής μας. Επί της ουσίας, μέσα από τη συζήτηση για την αξιοποίηση μίας τέτοιας κομβικής υποδομής, συνεχίζεται η προσπάθεια απάντησης στο κρίσιμο «πώς» για την ανάπτυξη που προσδοκάται να έρθει, ώστε να παραμείνει ο τόπος ελκυστικός τόσο για τους νέους που αποτελούν το αύριο του τόπου μας, όσο και για την πρόοδο -σε όρους οικονομικής ανάπτυξης και βιοτικού επιπέδου- του συνόλου του πληθυσμού της ιδιαίτερης πατρίδας μας.